Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2008

ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ


Μικρά Ασία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Με τον όρο Μικρά Ασία νοείται η χερσόνησος που προεκτείνεται δυτικά της ασιατικής ηπείρου
σε μια νοητή γραμμή που ξεκινά από τον κόλπο της Αλεξανδρέτας (Ισσός) έως την Τραπεζούντα της Μαύρης Θάλασσας.
Βρέχεται από τρεις θάλασσες, τον Εύξεινο Πόντο (Μαύρη Θάλασσα) στο Βορρά, τη Μεσόγειο στο Νότο και το Αιγαίο δυτικά.
Ο γεωγραφικός προσδιορισμός της είναι 36°-42° βόρειο πλάτος και 26°-40° ανατολικό μήκος.
Το μέγιστο μήκος είναι 1044 χλμ. και το μέγιστο πλάτος 509 χλμ. αντίστοιχα.
Στο δυτικό άκρο της σχεδόν αγγίζει την ευρωπαϊκή ήπειρο,
από την οποία χωρίζεται μόνο από τα Στενά του Βοσπόρου και των Δαρδανελίων (Ελλήσποντος) και τη θάλασσα του Μαρμαρά, (Προποντίς),
μέσω των οποίων ενώνεται η Μεσόγειος και η Μαύρη Θάλασσα.

Ονομασία

Στη μακρινή αρχαιότητα δεν απαντάται κάποιος συγκεκριμένος όρος για την περιοχή, η οποία γίνεται γνωστή σύμφωνα με τις φυλές που την κατοικούν.
Ο όρος Μικρά Ασία ήταν άγνωστος στην αρχαιότητα.
Ο όρος Ασία γίνεται ιδιαίτερα γνωστός από τους Ρωμαίους, για τους οποίους η περιοχή ήταν δυτική επαρχία μαζί με τις περιoχές της Καρίας,
της Μυσίας και της Φρυγίας.
Ο πρώτος συγγραφέας που χρησιμοποίησε τον όρο Asia minor ήταν ο χριστιανός συγγραφέας Παύλος ο Ορόσιος (Hist., I, 2, 10), περί το 400 μ.Χ.
Οι συγγραφείς της πρώιμης βυζαντινής περιόδου την αναφέρουν ως "η μικρά Ασία". Υπό βυζαντινή διοίκηση ήταν περισσότερο γνωστή ως Ανατολή.
Διοικητικά η Ανατολή ήταν "θέμα", δηλαδή μία από τις 29 επαρχίες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Από την εποχή της κατάρρευσης της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και εντεύθεν, δηλαδή στην εποχή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας έγινε γνωστή ως Ανατολία.

Γεωγραφία

Η Μ. Ασία εκτείνεται σε υψίπεδο, που ποικίλει από τα 700 έως τα 1800 περίπου μ. πάνω από το επίπεδο της θάλασσας.
Μεγάλες οροσειρές διατρέχουν την περιοχή στον ανατολικό δυτικό άξονα,
ενώ μικρότερες ομάδες ορέων και μεμονωμένες κορυφές είναι διασκορπισμένες σε όλη τη γη.
Σε ό,τι αφορά στην έκτασή της η Μ. Ασία καλύπτει περίπου 391.500 τετρ. χλμ. και έχει περίπου το μέγεθος της Γαλλίας.
Σε ό,τι αφορά στα φυσικά χαρακτηριστικά της συγκρίνεται πολλές φορές με την Ισπανία.
Τα όρη της βόρειας ακτής, η Ποντική οροσειρά υψώνεται απότομα από τη θάλασσα με αποτέλεσμα η φυσική διαμόρφωση να μην επιτρέπει
τη δημιουργία φυσικών ή τεχνητών λιμένων, εκτός από την περιοχή του Βοσπόρου. Η οροσειρά του Ταύρου στο Νότο ακολουθεί
μια ακανόνιστη γραμμή διαμορφώνοντας ένα φυσικό όριο ανάμεσα στα κεντρικά υψίπεδα και τη νότια θάλασσα, που διακόπτεται
μόνο από τις πεδιάδες της Παμφυλίας και της Κιλικίας. Στο εσωτερικό της Μ. Ασίας η οροσειρά του Αντι-Ταύρου και απομονωμένες κορυφές
υψώνονται σαν τείχη εμποδίζοντας τις οδικές επικοινωνίες και τις εμπορικές ανταλλαγές. Ορισμένες από αυτές τις κορυφές σαν το όρος
Αργαίος στην Καππαδοκία είναι ηφαιστειογενούς προέλευσης με κρατήρες κωνικού σχήματος. Σε όλο αυτό το φυσικό σύστημα υπάρχουν λιγοστά υψηλά περάσματα,
όπως οι γνωστές "Πύλες της Κιλικίας" στο ανατολικό άκρο, η μοναδική είσοδος από τις πεδιάδες της Συρίας.
Αυτός είναι ο δρόμος που ακολούθησαν όλοι οι κατακτητές της Μ. Ασίας εξ ανατολών.
Δυτικά τα βουνά σταδιακά φθίνουν σε ύψος, έως ότου καταλήγουν στη θάλασσα διαμορφώνοντας ένα γοητευτικό φυσικό τοπίο με αμέτρητους κολπίσκους.
Η Μ. Ασία είναι ένας πλούσιος τόπος από γεωλογικής άποψης.
Η αχανής κεντρική μάζα του Αργαίου όρους στην Καππαδοκία αποτελείται κυρίως από κρητιδικό ασβεστόλιθο,
ενώ αφθονεί γενικότερα σε ανατολή και δύση ο ασβεστόλιθος.
Οι ποταμοί μεταφέρουν τεράστιες ποσότητες αυτού του υλικού -κυρίως την άνοιξη- που πετρώνει σταδιακά και μεταβάλλει τις κοίτες τους,
μεταβάλλοντας παράλληλα τεράστιες εκτάσεις σε άγονα εδάφη. Επιπλέον υπάρχει άφθονο Φρυγικό και Προκοννησιακό μάρμαρο,
ίδιο με αυτό που χρησιμοποίησαν οι γλύπτες και οι οικοδόμοι της Περγάμου και της Ρόδου.
Οι ποταμοί της Μ. Ασίας είναι πολυάριθμοί και εκβάλλουν κυρίως στη Μαύρη Θάλασσα και τη Μεσόγειο.
Δεν είναι πλώιμοι, όμως, και τούτο υπήρξε σαφώς πολιτικό και οικονομικό πρόβλημα της περιοχής από αρχαιοτάτων χρόνων.
Υπάρχουν συνολικά 26 λίμνες στα υψίπεδα,μερικές από τις οποίες συναγωνίζονται σε μέγεθος και ομορφιά τις λίμνες της Ελβετίας.
Οι θερμές ιαματικές πηγές είναι πολυάριθμες και αποτελούν χαρακτηριστικό της ηπεριωτικής χώρας.
Γενικώς το κλίμα είναι ψυχρότερο από αυτό της ευρωπαϊκής χερσονήσου που εκτείνεται στο ίδιο γεωγραφικό πλάτος και υπόκειται σε ακραίες
θερμoκρασιακές μεταβολές εξαιτίας της γενικής έλλειψης υγρασίας.